Γράφει ο Γιώργος Κουτρουμάνης, πρώην Υπουργός Εργασίας
Σε μια χώρα με ανεργία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία στο 24%, είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστούν εργασιακές σχέσεις με κανόνες, ακόμη και με το πιο προστατευτικό νομικό πλαίσιο για τους εργαζόμενους.
Όσοι νόμοι κι αν ψηφιστούν, όσοι μηχανισμοί ελέγχου κι αν ενεργοποιηθούν, όταν η σχέση προσφοράς - ζήτησης στην αγορά εργασίας είναι αυτή που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια με 1.250.000 ανέργους, θα υπάρχουν δυστυχώς και εργαζόμενοι ανασφάλιστοι, άλλοι που δουλεύουν με 300 ευρώ τον μήνα, κάτω και από τον κατώτατο μισθό, εργαζόμενοι με δεκάωρα που δηλώνονται για τετράωρη απασχόληση και πολλοί απλήρωτοι για μήνες κ.ο.κ.
Η δραματική κατάσταση στην οικονομία είναι μια πραγματικότητα που αποτελεί και τη γενεσιουργό αιτία της μεγάλης απορύθμισης στην αγορά εργασίας.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον το βασικό ερώτημα είναι εάν θα πρέπει να αφεθούν τα πράγματα ως έχουν, μέσα από τη λογική της 'αυτορρύθμισης' ή χρειάζονται παρεμβάσεις για μια στοιχειώδη επαναρρύθμιση μέσα στις νέες συνθήκες και η απάντηση είναι ότι χρειάζεται το δεύτερο.
Ο 'κύκλος' των παρεμβάσεων που έγιναν τα τελευταία χρόνια και των συζητήσεων που γίνονται την τελευταία περίοδο, είχαν και έχουν ως στόχο την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και τη μείωση του μισθολογικού κόστους, δηλαδή τη μείωση των μισθών.
Οι δύο αυτοί στόχοι έχουν επιτευχθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και μάλιστα με ακραίο και δραματικό τρόπο για τους εργαζόμενους.
Κανένα εμπόδιο ουσιαστικά δεν υπάρχει για τις επιχειρήσεις να εφαρμόσουν ελαστικές μορφές απασχόλησης, με μερική απασχόληση, με εκ περιτροπής εργασία, με διεύρυνση του ωραρίου κ.λπ.
Την ίδια ώρα οι κατώτατοι μισθοί έχουν μειωθεί από 22% μέχρι και 32% για τους άνω και κάτω των 25 ετών εργαζόμενους αντίστοιχα, ενώ ανάλογες μειώσεις έχουμε και στο μέσο καταβαλλόμενο μισθό.
Ποια, όμως, ήταν η επιδίωξη μέσα από αυτά τα μέτρα τα οποία σε μεγάλο βαθμό δεν ήταν επιλογή των ελληνικών κυβερνήσεων, αλλά επιβλήθηκαν από τους Ευρωπαίους εταίρους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο;
Ήταν, σύμφωνα με τον δικό τους σχεδιασμό, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων και η διαμόρφωση επενδυτικού κλίματος.
Εκ του αποτελέσματος δεν φαίνεται να έχει επιτευχθεί ούτε το ένα ούτε το άλλο...
Τα λουκέτα αυξάνονται, επενδύσεις δεν γίνονται και η ανεργία μένει σκαρφαλωμένη σε ποσοστά κοντά στο ένα τέταρτο του ενεργού πληθυσμού της χώρας.
Επομένως παρά τις μεγάλες θυσίες των εργαζομένων, ο βασικός στόχος δεν επετεύχθη.
Η εξήγηση είναι απλή.
Η ανάκαμψη στην οικονομία και η προσέλκυση επενδυτών δεν μπορούν να επιτευχθούν όταν την ίδια ώρα που μειώνεται το μισθολογικό κόστος, αυξάνονται οι φόροι, περιορίζεται δραματικά η ρευστότητα και η κίνηση κεφαλαίων και επιπλέον διαμορφώνεται ένα εχθρικό κλίμα, με ευθύνη της κυβέρνησης, για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα.
Και ενώ θα περίμενε ο καθένας, σήμερα να γίνει ένας ψύχραιμος και ουσιαστικός απολογισμός για τα πεπραγμένα και τα αποτελέσματά τους, έχουμε εκ νέου κεντρικό θέμα για την αξιολόγηση την παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.
Για να κάνουμε τι και για ποιο λόγο;
Για να απελευθερωθούν οι απολύσεις που ουσιαστικά είναι ελεύθερες;
Για να διευρυνθούν οι ελαστικές μορφές απασχόλησης, όταν μια στις δυο νέες θέσεις εργασίας είναι με μερική απασχόληση; Όταν ακόμη και στον τομέα του τουρισμού την 'ατμομηχανή' της οικονομίας, έξι στους δέκα εργαζόμενους το 2016 απασχολούνται με ελαστικές μορφές, τετράωρα , χαμηλές αποδοχές κ.ο.κ.;
Για να περιοριστούν οι απεργίες που δεν γίνονται;
Για να δώσουμε κίνητρα για επενδύσεις σε μια χώρα, όπου το 50%, 60% ή 70% του εισοδήματος θα πρέπει να αποδίδεται για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές;
Για να δώσουμε ευκαιρίες σε νέους επαγγελματίες, όταν το 60% του εισοδήματος θα πρέπει να αποδοθεί στο κράτος;
Τι αλήθεια θέλουν να επιτύχουν οι δανειστές και πώς διαπραγματεύεται η κυβέρνηση;
Οι ίδιοι οι δανειστές εκτιμούν ότι η ανάπτυξη το 2017 θα είναι πάνω - κάτω στο 2% , το ίδιο πιστεύει και η κυβέρνηση, το ίδιο προβλέπουν και όλοι οι οικονομικοί αναλυτές στην Ελλάδα και διεθνώς. Ανάλογες προβλέψεις μιλούν για διατήρηση της ανεργίας σε επίπεδα άνω του 20% για πέντε τουλάχιστον χρόνια ακόμη.
Άρα, όλοι αντιλαμβάνονται ή θα πρέπει να αντιληφθούν, ότι αυτή η πορεία δεν οδηγεί πουθενά. Ότι χρειάζεται νέο σχέδιο.
Όχι για να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια και να πάνε οριστικά χαμένες οι θυσίες.
Όχι για να επανέλθουμε σε πολιτικές της προηγούμενης κυρίως δεκαετίας που οδήγησαν τη χώρα στην κρίση και στα πρόθυρα μια ασύντακτης χρεοκοπίας. Αλλά, για να εφαρμοστεί ένα μείγμα πολιτικής που δεν αναπαράγει, αλλά αντιμετωπίζει τα αίτια και τις συνέπειες της κρίσης. Για να πιάσουν τελικά τόπο οι θυσίες, πολύ περισσότερο όταν έχουν πλήρως εξαντληθεί τα περιθώρια για νέες.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου