Αποστομωτική απάντηση, μέσα από ένα ιστορικό παράδειγμα, δίνεται στην απόπειρα χειραγώγησης της Δικαιοσύνης, ενόψει της δίκης της Χρυσής Αυγής από την επικεφαλής του τοπικού παραρτήματος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ,
Ιωάννας Μεϊτάνη. Η συγκεκριμένη, που χρυσοπληρώνεται για τις υπηρεσίες τις οποίες προσφέρει από την κυβέρνηση της Μέρκελ, που χρηματοδοτεί το εν λόγω ίδρυμα, ζήτησε προ ημερών, χωρίς καν να διωχθεί, να «μην αφεθεί η δίκη των Εθνικιστών στα χέρια μόνο των δικαστών».
Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ η υπάλληλος του Δ’ (οικονομικού τη φορά αυτή Ράιχ), επιχείρησε να ποδηγετήσει την όποια απόφαση λάβουν οι Έλληνες δικαστές, ασκώντας μια ιδιότυπη τρομοκρατία σε βάρος τους. Ξεπερνώντας κάθε όριο προκλητικότητας η Μεϊτάνη που παλαιότερα είχε συνεργαστεί με τις ΜΚΟ του αρχιτοκογλύφου Τζορτζ Σόρος, χαρακτηρίζει «αδιανόητη την αθώωση των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής».
Ιωάννας Μεϊτάνη. Η συγκεκριμένη, που χρυσοπληρώνεται για τις υπηρεσίες τις οποίες προσφέρει από την κυβέρνηση της Μέρκελ, που χρηματοδοτεί το εν λόγω ίδρυμα, ζήτησε προ ημερών, χωρίς καν να διωχθεί, να «μην αφεθεί η δίκη των Εθνικιστών στα χέρια μόνο των δικαστών».
Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ η υπάλληλος του Δ’ (οικονομικού τη φορά αυτή Ράιχ), επιχείρησε να ποδηγετήσει την όποια απόφαση λάβουν οι Έλληνες δικαστές, ασκώντας μια ιδιότυπη τρομοκρατία σε βάρος τους. Ξεπερνώντας κάθε όριο προκλητικότητας η Μεϊτάνη που παλαιότερα είχε συνεργαστεί με τις ΜΚΟ του αρχιτοκογλύφου Τζορτζ Σόρος, χαρακτηρίζει «αδιανόητη την αθώωση των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής».
Την απάντηση στην αμετροέπειά της αυτή δίνει ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Αλέξανδρος Τσιριντάνης, ένας μεγάλος Έλληνας διανοητής του εικοστού αιώνα. Γράφει επί λέξει ο καθηγητής στο βιβλίο «Εμείς οι Έλληνες», εκδόσεις Συζήτησις 1978, σελ. 132 και 133:
«Δικαιοσύνη είναι το ασφαλέστερο και ευγενέστερο κριτήριο του αν υπάρχει πολιτισμός. Τα έθνη της Ευρώπης έδειχναν τον
πολιτισμό τους από την δικαιοσύνη και ειδικώτερα από τους δικαστές που είχαν να παρουσιάσουν. Η μεγαλύτερη λάμψη της Αγγλίας ήταν ο Άγγλος δικαστής. Μα, μήπως η Γερμανία; Είναι γνωστότατο δα αυτό που λέμε για τον βασιλέα της Πρωσσίας Φρειδερίκο τον Μέγα. Ας μας συγχωρεθή να αναφέρωμε με λίγες λέξεις. Ο βασιλιάς είχε το παλάτι του Σαν-Σουσί στο Πότσνταμ. Και γείτονά του είχε έναν μυλωνά, που ο ανεμόμυλός του δεν άφηνε τον βασιλιά να κοιμηθή.
Ο βασιλιάς ζητά από τον μυλωνά να του πουλήσει το μύλο. Ο χωρικός απαντά ότι δεν πουλά τον μύλο του γιατί τον έχει σαν ιερή κληρονομιά από τον πατέρα του κι από παππού προς πάππου. Τότε, του μηνάει ο βασιλιάς, θα του πάρει τον μύλο διά της βίας. «Ναι, ανταπαντά ο μυλωνάς. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό ο βασιλιάς, αν δεν υπήρχαν τα δικαστήρια στο Βερολίνο». Και τόσο χάρηκε ο Φρειδερίκος πως ο λαός έχει τέτοια εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη της χώρας του, ώστε τον άφησε ήσυχο με τον μύλο του που ακόμη σήμερα βρίσκεται στη θέση του.
Και το ελληνικό έθνος, ευθύς μετά την απελευθέρωση, άρχισε με μια δικαιοσύνη πολύ ανώτερη από τον κατά τα λοιπά μέσον όρο του πολιτισμού μας. Είχαμε δικαστές που ήταν πραγματικά καμάρι του Έθνους.
Ποιος θα υπολογίσει τι εστοίχισε σε τούτον ή εκείνο τον δικαστή το να είναι πιστός στη φωνή της συνειδήσεώς του και αντάξιος της αποστολής του που την ένοιωθε ιερή αποστολή; Και η ιερή αποστολή του δικαστού είναι δύσκολη. Θα τολμήσω να πω, είναι αποστολή σταυρού. Πόσες φορές, ο δικαστής επιτελεί το καθήκον του να απονείμει το δίκιο, να χαρακτηρίσει ένα σαν αθώο, έστω και αν οι πολλοί τον φωνάζουν ένοχο, και να κηρύξει τον ένοχο ένοχο, έστω κι αν αυτό θα του στοιχίσει την έχθρα των πολλών ή των ισχυρών. Πόσες φορές ο δικαστής δεν αίρει τον σταυρό του! Αλλά τότε μόνο είναι δικαστής. Αλλοιώς, όταν του ζητάμε να ρωτάει όχι την συνείδησή του, αλλά το πεζοδρόμιο ή την εκάστοτε κυβέρνηση, του ζητάμε να μην είναι πια δικαστής.
«Δικαιοσύνη είναι το ασφαλέστερο και ευγενέστερο κριτήριο του αν υπάρχει πολιτισμός. Τα έθνη της Ευρώπης έδειχναν τον
πολιτισμό τους από την δικαιοσύνη και ειδικώτερα από τους δικαστές που είχαν να παρουσιάσουν. Η μεγαλύτερη λάμψη της Αγγλίας ήταν ο Άγγλος δικαστής. Μα, μήπως η Γερμανία; Είναι γνωστότατο δα αυτό που λέμε για τον βασιλέα της Πρωσσίας Φρειδερίκο τον Μέγα. Ας μας συγχωρεθή να αναφέρωμε με λίγες λέξεις. Ο βασιλιάς είχε το παλάτι του Σαν-Σουσί στο Πότσνταμ. Και γείτονά του είχε έναν μυλωνά, που ο ανεμόμυλός του δεν άφηνε τον βασιλιά να κοιμηθή.
Ο βασιλιάς ζητά από τον μυλωνά να του πουλήσει το μύλο. Ο χωρικός απαντά ότι δεν πουλά τον μύλο του γιατί τον έχει σαν ιερή κληρονομιά από τον πατέρα του κι από παππού προς πάππου. Τότε, του μηνάει ο βασιλιάς, θα του πάρει τον μύλο διά της βίας. «Ναι, ανταπαντά ο μυλωνάς. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό ο βασιλιάς, αν δεν υπήρχαν τα δικαστήρια στο Βερολίνο». Και τόσο χάρηκε ο Φρειδερίκος πως ο λαός έχει τέτοια εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη της χώρας του, ώστε τον άφησε ήσυχο με τον μύλο του που ακόμη σήμερα βρίσκεται στη θέση του.
Και το ελληνικό έθνος, ευθύς μετά την απελευθέρωση, άρχισε με μια δικαιοσύνη πολύ ανώτερη από τον κατά τα λοιπά μέσον όρο του πολιτισμού μας. Είχαμε δικαστές που ήταν πραγματικά καμάρι του Έθνους.
Ποιος θα υπολογίσει τι εστοίχισε σε τούτον ή εκείνο τον δικαστή το να είναι πιστός στη φωνή της συνειδήσεώς του και αντάξιος της αποστολής του που την ένοιωθε ιερή αποστολή; Και η ιερή αποστολή του δικαστού είναι δύσκολη. Θα τολμήσω να πω, είναι αποστολή σταυρού. Πόσες φορές, ο δικαστής επιτελεί το καθήκον του να απονείμει το δίκιο, να χαρακτηρίσει ένα σαν αθώο, έστω και αν οι πολλοί τον φωνάζουν ένοχο, και να κηρύξει τον ένοχο ένοχο, έστω κι αν αυτό θα του στοιχίσει την έχθρα των πολλών ή των ισχυρών. Πόσες φορές ο δικαστής δεν αίρει τον σταυρό του! Αλλά τότε μόνο είναι δικαστής. Αλλοιώς, όταν του ζητάμε να ρωτάει όχι την συνείδησή του, αλλά το πεζοδρόμιο ή την εκάστοτε κυβέρνηση, του ζητάμε να μην είναι πια δικαστής.
Δικαστής είναι εκείνος που έχει την δύναμη να χτυπήσει τον «προεδρικόν κώδωνα» και στους όχλους και στην κυβέρνηση και στις εφημερίδες και να πει: «Σιωπή! Εγώ ερεύνησα την υπόθεση, εγώ ξέρω, εγώ είμαι αρμόδιος, εγώ αποφαίνομαι». Όταν δεν το πει αυτό αλλά το αφήσει να τον παρασύρει το ρεύμα της στιγμής, τότε δεν δικάζει. Υπακούει στην φωνή του
όχλου. Δεν είναι δικαστής. Και ένας πολιτισμός που δεν έχει δικαστές είναι ό, τι άλλο θέλετε, αλλά πολιτισμός δεν είναι.
όχλου. Δεν είναι δικαστής. Και ένας πολιτισμός που δεν έχει δικαστές είναι ό, τι άλλο θέλετε, αλλά πολιτισμός δεν είναι.
Ναι, αλλά αυτά όλα προϋποθέτουν συνείδηση που να επιβάλλεται. Και αυτό πάλι προϋποθέτει πνευματική δύναμη, πνευματική θεώρηση της ζωής. Με τον υλισμό όμως, τέτοια πνευματική θεώρηση δεν μπορείς να έχεις. Γι’ αυτό και με τον υλισμό δεν μπορεί να υπάρξει ούτε δικαστική συνείδηση, ούτε δικαιοσύνη. Μη γελιόμαστε, τον Τερτσέτη δεν τον έκαμε ο υλισμός!
Όταν ένας πολιτισμός απαρνείται την πνευματική βάση του, κόβει την δυνατότητα να έχει δικαιοσύνη».
Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά στο ήθος, στην κοσμοθεωρία και στην πολιτική πρακτική μεταξύ της Μεϊτάνη, του Ψαρρά, της ΚΕΕΔΕ, της ΚΕΕΡΦΑ και των ομοίων τους από την μια μεριά, που ονειρεύονται μια δίκη, όπως την υποδεικνύουν, και της Χρυσής Αυγής από την άλλη, που αγωνίζεται με θάρρος και αξιοπρέπεια για να αναδειχθεί στην δίκη η αλήθεια, χωρίς παραμορφωτικούς φακούς.
Από το αποτέλεσμα της δίκης αυτής θα φανεί πρωτίστως το επίπεδο του πολιτισμού μας, όπως το περιγράφει ο αείμνηστος καθηγητής. Το κλειδί είναι στα χέρια των δικαστών. Ίδωμεν.
Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά στο ήθος, στην κοσμοθεωρία και στην πολιτική πρακτική μεταξύ της Μεϊτάνη, του Ψαρρά, της ΚΕΕΔΕ, της ΚΕΕΡΦΑ και των ομοίων τους από την μια μεριά, που ονειρεύονται μια δίκη, όπως την υποδεικνύουν, και της Χρυσής Αυγής από την άλλη, που αγωνίζεται με θάρρος και αξιοπρέπεια για να αναδειχθεί στην δίκη η αλήθεια, χωρίς παραμορφωτικούς φακούς.
Από το αποτέλεσμα της δίκης αυτής θα φανεί πρωτίστως το επίπεδο του πολιτισμού μας, όπως το περιγράφει ο αείμνηστος καθηγητής. Το κλειδί είναι στα χέρια των δικαστών. Ίδωμεν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου