Ο όγκος αυτός του νερού δεν ρέει, αλλά συγκρατείται εντός των ορυκτών. «Δεν είναι ένας ωκεανός σε στιλ Ιουλίου Βερν, όπου μπορεί να πλέει μια βάρκα» δήλωσε ο καθηγητής γεωχημείας Γράχαμ Πίρσον του καναδικού πανεπιστημίου της Αλμπέρτα, ο οποίος μελέτησε το διαμάντι και τη δημιουργία του σε ένα υγρό περιβάλλον. Η σχετική δημοσίευση από μια διεθνή επιστημονική ομάδα, με επικεφαλής τον Γράχαμ Πίρσον, έγινε στο περιοδικό «Nature», σύμφωνα με το BBC, το «Science» και τη βρετανική «Guardian».

Ο μήκους μόλις πέντε χιλιοστών και βάρους 0,09 γραμμαρίου πολύτιμος κρύσταλλος εκτιμάται ότι εκτινάχτηκε από βάθος 500 χλμ. στην επιφάνεια μέσω κάποιας ηφαιστειακής έκρηξης. «Είναι ένα αρκετά άσχημο διαμάντι. Δείχνει να πήγε στην κόλαση και να επέστρεψε» είπε ο καθηγητής γεωχημείας.
Τα περισσότερα διαμάντια που χρησιμοποιούνται για τα κοσμήματα δημιουργούνται σε μικρότερο βάθος, περίπου 150- 200 χιλιομέτρων. Αυτά που δημιουργούνται σε μεγάλο βάθος, στη λεγόμενη «ζώνη μετάβασης» του μανδύα κάτω από τον φλοιό, ξεχωρίζουν γιατί είναι πολύ ταλαιπωρημένα στην εμφάνισή τους και έχουν διαφορετική χημική σύσταση.Η φασματοσκοπική ανάλυση του συγκεκριμένου μικρού διαμαντιού αποκάλυψε στο εσωτερικό του την ύπαρξη ενός σπάνιου ορυκτού, ενός ρινγκουδίτη, μιας μορφής ολιβίνη που σχηματίζεται υπό τρομακτικά υψηλή πίεση στο υπέδαφος και από τον οποίο αποτελείται το μεγαλύτερο μέρος του ανώτερου μανδύα. Κανείς μέχρι σήμερα δεν είχε δει με τα μάτια του ρινγκουδίτη από τόσο μεγάλο βάθος.