ΜΠΑΡΑ

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

ΑΥΤΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΝΙΚΟΣ ΓΟΔΑΣ, Ο ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ ΠΟΥ ΩΣ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΤΟΥ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΖΗΤΗΣΕΙ ΝΑ ΦΟΡΕΣΕΙ ΤΗ ΦΑΝΕΛΑ ΜΕ ΤΟ ΔΑΦΝΟΣΤΕΦΑΩΜΕΝΟ ΕΦΗΒΟ

 



Ο Νίκος Γόδας γεννήθηκε το 1921 στο Αϊβαλί και η Μικρασιατική Καταστροφή τον έστειλε μαζί με την οικογένειά του πρώτα στη Μυτιλήνη, μετά στην Κρήτη και τελικά στην Κοκκινιά, όπου και ρίζωσαν. Ο Νίκος, όπως και όλοι του οι συνομήλικοι, αναζητούσε μέσα από το παιχνίδι του με την μπάλα μικρές χαρές που θα τον έκαναν έστω και για λίγο να ξεχάσει τη δύσκολη καθημερινότητα που αντιμετώπιζε. Αν και μικρός, το ταλέντο του φάνηκε αμέσως και ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο με μια τοπική ομάδα της Κοκκινιάς. Μερικά χρόνια πριν τον πόλεμο, στο ισόγειο του πατρικού του ανοίγει μια ταβέρνα, «Τα Αραπάκια». Η επιτυχία του (και) στην επιχείρηση του είναι τόσο μεγάλη, που όλοι οι αστέρες της εποχής περνάνε από «Τα Αραπάκια» για να πουν μερικά τραγούδια.

Εν μέσω του πολέμου, ο Γόδας παίρνει μεταγραφή για τον Ολυμπιακό, που ήταν η μεγάλη του αγάπη, ταυτόχρονα όμως περνάει και στην Εθνική Αντίσταση ως μέλος του 5ου Επίλεκτου Λόχου του ΕΛΑΣ στην Κοκκινιά, και δίνει το παρών σε όλους τους αγώνες για τη λευτεριά και την κοινωνική αλλαγή.

Το 1942 είναι πλέον βασικός μεσοεπιθετικός του Ολυμπιακού και σκοράρει στην νίκη με 4-0 κατά του Εθνικού, ενώ το ίδιο κάνει και κατά του Απόλλωνα. Τον Μάιο του 1943 ξεκινά βασικός στην ενδεκάδα του Ολυμπιακού, στον τελικό του τουρνουά που διοργανώνει ο Δήμος Πειραιά με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους είναι πρωταγωνιστής στο τελικό του Κυπέλλου Χριστουγέννων, όταν ο Ολυμπιακός κερδίζει τον Παναθηναϊκό με 5-2.

Αλλά ο Γόδας είναι 'βασικός' και στους αγώνες για την ελευθερία. Εκτός από τη μάχη της Ηλεκτρικής τον συναντάμε να ηγείται του λόχου του στη μάχη της οδού 7ης Μαρτίου το 1944. Τον Δεκέμβρη του 1944 ο εχθρός έχει αλλάξει και ο Γόδας πλέον πολεμά τους Άγγλους στο νεκροταφείο της Ανάστασης στον Πειραιά. Όπως διηγήθηκε χρόνια μετά ο Σταμάτης Σκούρτης, σύντροφος του Γόδα και ανθυπολοχαγός του:

"Σύντροφε ανθυπολοχαγέ, εμείς απ' όλους τους άλλους ΕΛΑΣίτες είμαστε οι πιο προνομιούχοι.

Όσοι από μας σκοτωθούμε είμαστε τυχεροί γιατί θα θαφτούμε σε κανονικό και μάλιστα προνομιούχο μνήμα".

Η μονάδα του Νίκου αποδεκατίζεται και περνά στο Βελούχι, προκειμένου να ενταχθεί στο 36ο Σύνταγμα. Όμως στις αρχές του 1945 και λίγο μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, ο Νίκος αρρωσταίνει απο πνευμονία, επιστρέφει στην Αθήνα όπου συλλαμβάνεται -κάποιος "καλοθελητής" εξυπηρέτησε τις διωκτικές αρχές στο έργο τους- και οδηγείται αρχικά στις φυλακές της Αίγινας (όπου έπαιζε μπάλα στην ποδοσφαιρική ομάδα που είχαν συστήσει οι φυλακισμένοι) και κατόπιν στην απομόνωση των φυλακών της Κέρκυρας.

Η μοίρα του είναι προδιαγεγραμμένη: θάνατος.

Το μόνο που μένει να γίνει γνωστό είναι το πότε.

Όμως το ηθικό δεν κάμπτέται, ιδιαίτερα από τη στιγμή που στη φυλακή διαρρέει η φήμη

πως η κυβέρνηση εξαναγκάστηκε σε συμβιβασμό με την κυβέρνηση του βουνού.

Ο Γόδας έμεινε στη φυλακή τρία χρόνια, χωρίς να υπογράψει δήλωση μετανοίας για να σωθεί. Η «περιήγησή» του στην εξορία μόλις έχει αρχίσει. Φυλακές Αβέρωφ, Αίγινα, Κέρκυρα. Ο Γόδας μένει στη φυλακή τρία χρόνια, χωρίς να υπογράψει δήλωση μετανοίας για να σωθεί. Ο Σταμάτης Σκούρτης κι ο Σπύρος Ανδρεάδης, και οι δύο μελλοθάνατοι που σώθηκαν ύστερα από παρέμβαση του ΟΗΕ το 1949, είναι κατηγορηματικοί στο ότι η διοίκηση του Ολυμπιακού δεν ενδιαφέρθηκε να σώσει τον Γόδα, κάτι που γράφει στο βιβλίο του «Ώσπου να ξημερώσει» (εκδόσεις Κιβωτός).

Στην Κέρκυρα απομόνωση. Ο Γόδας μαζί με τα άλλα Πειραιωτάκια, τον Λούβαρη και τον Κουφαδάκη, ακόμα και λίγο πριν το απόσπασμα, σχεδιάζουν πώς θα στήσουν την ομάδα όταν βγουν από τη φυλακή. Οι σύντροφοί τους τους θυμούνται, όποτε το ραδιόφωνο μετέδιδε κάποιον αγώνα, αυτοί να ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους, να ακούνε τον αγώνα, πότε να γελάνε, πότε να βρίζουνε, πότε να μουτζώνουν...

Ο Νοέμβρης έχει 19, Κυριακή, Βρέχει με το κανάτι. Ο Λούβαρης και οι άλλοι δύο γυρίσανε μουσκεμένοι μέχρι το κόκκαλο.



"Σκέψου να μας πάρουνε, Νίκο, με τέτοια βροχή".

"Δεν θα το ήθελα".

"Γιατί;".

"Η τσιριμονιά τελειώνει βιαστικά και δεν έχεις την άνεση να δεις τους μακελάρηδες κατάματα. Σαν βρέχει δεν μπορείς να ανοίξεις τα μάτια, είναι και το νερό που τρέχει και δεν βλέπεις όπως πρέπει, είναι σαν να σου κλείνουν τα μάτια με το έτσι θέλω. Εγώ θέλω να είναι καλοκαιρία, να τον κοιτάω κατάματα για να δω πόσο σίγουρος νιώθει αυτός που με σκοτώνει".



Έτσι κατέγραψε τις αναμνήσεις του από τον Νίκο Γόδα ο συμπολεμιστής και συγκρατούμενός του στην Κέρκυρα Σταμάτης Σκούρτης, που θυμάται χαρακτηριστικά:

"Ο Νίκος ζήτησε να τον εκτελέσουν με την ερυθρόλευκη φανέλα κατάσαρκα και το λευκό σορτ. Και αυτό γιατί ήταν αυθεντικός Ολυμπιακός

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου