Σεπτέμβριος του 1983 στο Αμστερνταμ, μια ημέρα πριν από τον πρώτο αγώνα με τον Αγιαξ των Φαν Μπάστεν και Κούμαν για το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Ο Ολυμπιακός του Σταύρου Νταϊφά είχε χάσει στην Ολλανδία με 1-0, αλλά 15 ημέρες μετά στο ΟΑΚΑ είχε πάρει τη μεγάλη πρόκριση νικώντας με 2-0 στην παράταση
Ηταν άνοιξη του 1979. Η Μεταπολίτευση και όσα αυτή πρέσβευε ήταν στην πρώτη γραμμή. Οι Ελληνες ποδοσφαιριστές και αθλητές άλλων αγωνισμάτων άρχιζαν να συνδικαλίζονται και να θέτουν αιτήματα προς την κυβέρνηση Καραμανλή για καλύτερη αντιμετώπισή τους από τα σωματεία. Τα έτη 1977 και 1979 ο συνδικαλιστικός φορέας των ποδοσφαιριστών κατεβαίνει σε απεργία για την επίλυση εργασιακών και θεσμικών θεμάτων.
Οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης, Ανδρέας Παπανδρέου, Χαρίλαος Φλωράκης και Λεωνίδας Κύρκος, έχουν συχνές συναντήσεις με εκπροσώπους των ποδοσφαιριστών. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. αποφασίζει λοιπόν να λάβει τα μέτρα της. Τον Μάρτιο του 1979 κατατίθεται στη Βουλή και ψηφίζεται μόνο από τη Ν.Δ. το νομοσχέδιο που έγινε ο νόμος 879/79, με τον οποίο το ελληνικό ποδόσφαιρο έγινε επαγγελματικό και τα ποδοσφαιρικά σωματεία της Α’ Εθνικής μετατράπηκαν σε Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες. Τη χρονιά εκείνη ο Ολυμπιακός αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα. Στα απόνερα της μεγάλης φουρνιάς της ομάδας του Νίκου Γουλανδρή, η ομάδα κινδύνευε να καταποντιστεί. Πρόεδρος των Πειραιωτών ήταν ο Ηρακλής Τσιτσαλής, διευθυντής στο ναυτιλιακό τμήμα της Εθνικής Τράπεζας και συνιδιοκτήτης ενός πλοίου με τον Μιχάλη Αρκάδη της ΑΕΚ.Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς το αθλητικό τμήμα της εφημερίδας «Η Απογευματινή» αποφασίζει να κάνει ένα μεγάλο αφιέρωμα στον τρόπο που οι ποδοσφαιρικές ομάδες θα προσαρμοστούν στις νέες επαγγελματικές απαιτήσεις. Ο δημοσιογράφος που κάλυπτε το ρεπορτάζ των ερυθρολεύκων ήταν ο Κώστας Μυλωνάς, ένας από τους κορυφαίους της εποχής του, ο οποίος έκλεισε αμέσως συνάντηση με τον Ηρακλή Τσιτσαλή. Την επομένη ο δημοσιογράφος φτάνει στο γραφείο του προέδρου. «Μην κάθεσαι, πάμε να φύγουμε από το γραφείο», του λέει ο Τσιτσαλής. «Πού θα πάμε;» αναρωτιέται ο συνάδελφος. «Σε αυτόν που θα πάρει τον Ολυμπιακό», είναι η απάντηση.
Οι δύο άνδρες βγήκαν στην πλατεία της Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου και κατευθύνθηκαν στο κτίριο που βρισκόταν στην Ακτή Μιαούλη 85. Ανέβηκαν στον 3ο όροφο, όπου υπήρχε μία ναυτιλιακή εταιρεία. Ο δημοσιογράφος με τον φωτογράφο στάθηκαν στον χώρο υποδοχής των εντυπωσιακών γραφείων. Στο γραφείο του εφοπλιστή εισήλθε ο πρόεδρος του Ολυμπιακού και είπε: «Σταύρο, σου έφερα έναν δημοσιογράφο από την “Απογευματινή”». Οι φωνές του εφοπλιστή ακούστηκαν μέχρι την υποδοχή: «Και τι δουλειά έχω εγώ να μιλήσω στις εφημερίδες;». Ο εφοπλιστής ήταν ο Σταύρος Νταϊφάς, που συνέδεσε το όνομά του με τη σύγχρονη ιστορία το Ολυμπιακού και στάθηκε δίπλα του όχι μόνο στις επιτυχίες αλλά και στα τρικυμίες, ακόμη και όταν αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Τελικά δέχτηκε να μιλήσει στον Κώστα Μυλωνά και την επόμενη μέρα έμαθε όλη η Ελλάδα ότι ο Ολυμπιακός αλλάζει χέρια και περνάει σε μια ομάδα εφοπλιστών. Ονόματα βαριά. Αντώνης Χανδρής, Μένης Καραγιώργης, Στάθης Γουρδομιχάλης, Νίκος Νομικός, Νίκος Λιβανός και Λουκάς Χατζηιωάννου. Στη στενή παρέα του Σταύρου Νταϊφά ήταν και αγαπημένοι του φίλοι που λάτρευαν τον Ολυμπιακό, όπως ο Μιλτιάδης Μαρινάκης, ο Ζαχαρίας Κρίτσας και ο Μίμης Κουτρουμπούσης.
Ο ίδιος ο Σταύρος Νταϊφάς, μιλώντας πριν από λίγα χρόνια στην εκπομπή «Αειναύτες», διηγήθηκε τα γεγονότα της περιόδου όπου άρχισε να γράφεται η χρυσή μετά Γουλανδρή εποχή του Ολυμπιακού στο ελληνικό ποδόσφαιρο: «Αν και έχω γεννηθεί στην Καλαμάτα, μεγάλωσα στον Πειραιά, όπου είχα χρηματιστηριακό γραφείο, ώστε από χρόνια με γνώριζε ο κόσμος. Αλλά και τα οικονομικά μου ήξεραν ότι ήταν ικανοποιητικά. Τότε ο Ολυμπιακός πέρναγε δύσκολες στιγμές. Ηταν ένας κύριος Τσιτσαλής πρόεδρος, υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας και φίλος
Επί της θητείας του Σταύρου Νταϊφά οι ερυθρόλευκοι κατέκτησαν πέντε πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα τέσσερα σερί, από το 1980 έως το 1983, και ένα ακόμη το 1987, όταν ανέλαβε και πάλι ο Ελληνας εφοπλιστής τα ηνία της ομάδας από την οποία είχε αρχικά αποχωρήσει για λόγους υγείας. Επίσης, κατέκτησε ένα Κύπελλο το 1981 και ένα ακόμη τον Μάρτιο του 1992 στον διπλό τελικό με τον ΠΑΟΚ, ως πρόεδρος της προσωρινής διοίκησης που είχε διορίσει το Πρωτοδικείο Πειραιά με αντιπρόεδρο τον Σωκράτη Κόκκαλη.
Δεκέμβριος του 1983, ο Σταύρος Νταϊφάς με τον Νίκο Αλέφαντο στου Ρέντη
Το ξεκίνημα
Ο Σταύρος Νταϊφάς γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1927, δύο χρόνια μετά την ίδρυση του Ολυμπιακού. Προερχόταν από παραδοσιακή οικογένεια πλοιοκτητών και ναυτικών με ιδιόκτητα ιστιοφόρα στη Μεσσηνία από όπου μετέφεραν εμπορεύματα από και προς τον Πειραιά την περίοδο του Μεσοπολέμου.
Μόλις τελείωσε το Γυμνάσιο αποφάσισε να γίνει καπετάνιος. Ο ίδιος είχε αφηγηθεί: «Ημουν στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων. Δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα να σπουδάσω. Αναγκάστηκα να κάνω κάτι για να επιζήσω. Αρχικώς δούλευα σε εταιρεία ασφαλιστική. Εν τω μεταξύ το κράτος είχε 150 μεγάλα καΐκια, των 120 τόνων, και τα έβγαλε στον πλειστηριασμό. Οποιος είχε χάσει στον πόλεμο πλοίο είχε δικαίωμα να πάρει με δόσεις. Και πήγα και πήρα ένα καραβάκι από αυτά, το οποίο ήταν μισοβουλιαγμένο, ιστορίες για αγρίους. Το πήρα, το έφτιαξα, το αξιοποίησα, είχα και τις ασφάλειες και με δανεικά 100 λίρες χρυσές από μία θεία μου, αδελφή του Εξαρχάκη, του γενικού διευθυντή του Γενικού Λογιστηρίου, τα οποία βέβαια επέστρεψα. Ολα αυτά σε ηλικία 18 ετών. Ετσι, άφησα τη Σχολή Εμποροπλοιάρχων. Δεν συνέχισα». Το πρώτο φορτηγό με το όνομα «Κόνιτσα» το αγόρασε στις 19 Οκτωβρίου του 1949 αντί 14.000 λιρών. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Σταύρος Νταϊφάς επέκτεινε τον στόλο του και άρχισε να ασχολείται με μεγαλύτερης χωρητικότητας πλοία. Το 1958 συνεργάστηκε με τους αδελφούς Παναγιώτη και Νίκο Κωνσταντινίδη, εμπόρους. Το 1960 δημιούργησε έναν σημαντικό στόλο με μεσογειακά φορτηγά πλοία και από τη δεκαετία του ’70 επεκτάθηκε στα ποντοπόρα. Ηταν η εποχή που έδωσε την πρώτη παραγγελία για ναυπήγηση πλοίου στα ιαπωνικά ναυπηγεία ΙΗΙ. Το 1975 ο στόλος της εταιρείας Daifas Stavros Marine Enterprise S.A. ήταν 12 πλοία, συνολικής μεταφορικής δυνατότητας 117.000 τόνων.
Ο ίδιος ήταν εργασιομανής και πάντα του άρεσε να διηγείται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Πρέπει να έχεις φιλοδοξίες στη ζωή, να έχεις τα κότσια να δουλέψεις σκληρά. Θυμάμαι ότι μια φορά δούλεψα 72 ώρες χωρίς να κοιμηθώ, παρακολουθώντας τις εργασίες σε τρία βαπόρια μαζί και ήρθε η μικρή μου κόρη. Ημουν με τη φόρμα μαύρος από τη μουτζούρα και δεν με γνώρισε. Οταν έρχεται ο άνθρωπος στη ζωή, δεν έρχεται μόνο για να φάει, να πιει, να περάσει όμορφα και μετά να φύγει. Ερχεται και για να δημιουργήσει, να αφήσει ένα πετραδάκι για την πρόοδο και την ευημερία της πατρίδας του».
Κατά τη διάρκεια της κρίσης που έπληξε την παγκόσμια ναυτιλία, το 1980, ο Σταύρος Νταϊφάς πήγε κόντρα στο ρεύμα. Προχώρησε σε ναυπηγήσεις, αυξάνοντας τη δύναμη του στόλου του το 1985 στα 11 πλοία, των οποίων το πρώτο συνθετικό ήταν το όνομα Silver. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με τη διαχείριση στόλων με λιγότερα πλοία, ενώ δημιουργήθηκε και μια νέα εταιρεία, η Silver Lake Shipping Co S.A., στην οποία μπήκαν η κόρη του Σταύρου Νταϊφά, Ειρήνη, καθώς και τα παιδιά του Παναγιώτη Κωνσταντινίδη.
Ο Σταύρος Νταϊφάς εκπροσώπησε τα συμφέροντα του ελληνικού εφοπλισμού από διάφορες θέσεις, αρχικά ως μέλος του Δ.Σ. της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, από το 1975 έως το 1982, και στη συνέχεα ως αντιπρόεδρος έως το 1991. Ηταν δεινός ομιλητής και κατάφερνε να περνάει τις θέσεις του στις διαπραγματεύσεις, για αυτό και είχε μεγάλη επιρροή στους εφοπλιστικούς κύκλους. Σε μια συνάντηση με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για το θέμα του φόρου κληρονομιάς, ο τότε πρωθυπουργός ήταν αρχικά ανένδοτος στις συζητήσεις με την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών. Κάποια στιγμή όμως πήρε τον λόγο ο Σταύρος Νταϊφάς και είπε στον Εθνάρχη: «Είμαι αυτοδημιούργητος και έχω 20 βαπόρια. Εάν μου συμβεί κάτι, θα έρθει το κράτος και θα επιβάλει βαριά φορολογία. Δεν νομίζω ότι κανένα από τα δύο παιδιά μου θα το δεχτεί αυτό. Θα πάρουν τα καράβια και θα φύγουν από την Ελλάδα και δεν αποκλείεται να χαθούν και από Ελληνες». Τότε ο τότε πρωθυπουργός γυρίζει στον υπουργό Ναυτιλίας Παναγή Παπαληγούρα και του λέει: «Ρε, Παναγή, σάμπως να ’χει δίκαιο τούτος». Κι έτσι λύθηκε το πρόβλημα.
«Βάλε στο υπουργείο τον Κατσιφάρα»
Μόλις ήρθε στην εξουσία ο Ανδρέας Παπανδρέου, που είχε τακτικές επαφές με τον Σταύρο Νταϊφά, υπουργός Ναυτιλίας έγινε ο Στάθης Αλεξανδρής, με τον οποίο ήρθε σε ρήξη από την πρώτη ημέρα. Και αυτό γιατί όταν τον επισκέφθηκαν οι εκπρόσωποι της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών για εθιμοτυπικούς λόγους δεν τους είπε να καθίσουν και τους είχε όρθιους «ανάμεσα σε κάτι μουσάτους για να μας πει στο τέλος ότι από δω και πέρα μόνο με γραπτά αιτήματα του κλάδου», όπως διηγείται ο ίδιος ο Σταύρος Νταϊφάς. «Τότε του λέω και γω: “Κύριε, υπουργέ, εμείς δεν στέλνουμε έγγραφα παρά μόνο συζητούμε”. Χωρίς να χάσω καιρό πάω στον Παπανδρέου και του λέω: “Τι είναι αυτός; Τι τον έβαλες; Βάλε στο υπουργείο τον Κατσιφάρα να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε”. Και έτσι κατέβηκε στον Πειραιά ο Γιώργος Κατσιφάρας. Εγώ ήμουν η αφορμή», θυμάται. Ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν συναισθηματικός άνθρωπος. Οταν τον πρωτογνώριζε κάποιος, αντίκριζε έναν αυστηρό άνδρα, ο οποίος όμως ήταν η ψυχή της παρέας. Μπορούσε να διασκεδάσει στο ακριβότερο εστιατόριο, αλλά συγχρόνως λάτρευε τα κουτούκια και το τάβλι. Ο ίδιος είχε εκμυστηρευτεί στους «Αειναύτες: «Δεν μπορούσα να ζήσω ποτέ μακριά από τον τόπο μου. Μου αρέσει να πάρω τους φίλους
Παρών σε όλες τις κρίσιμες καμπές
Ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν ένας μεγάλος ηγέτης για τον Ολυμπιακό και στάθηκε δίπλα στην ομάδα σε όλες τις κρίσιμες καμπές της ιστορίας της. Ελεγε συχνά σε φίλους
«Θα βγεις ζημιωμένος»
Το 1992 με παρέμβαση του Σταύρου Νταϊφά το Πρωτοδικείο Πειραιά διόρισε προσωρινή διοίκηση στον Ολυμπιακό, στην οποία ήταν πρόεδρος ο ίδιος με αντιπρόεδρο τον Σωκράτη Κόκκαλη.
«Στον Ολυμπιακό δεν πας για να βγάλεις χρήματα. Ο Ολυμπιακός δεν είναι μια ακόμα επιχείρηση, είναι ιδέα και πρέπει να ξέρεις από πριν πως θα βγεις ζημιωμένος. Εβαλα αρκετά χρήματα στον Ολυμπιακό, αλλά ποτέ δεν τα ζήτησα πίσω. Για παράδειγμα, το 1992 έβαλα 500.000 δολάρια και άλλα τόσα ο Σωκράτης Κόκκαλης, ο Γιώργος Σαλονίκης και πέντε φίλοι εφοπλιστές και προχωρήσαμε. Και όταν έφυγα, δεν τα ζήτησα πίσω», είχε αναφέρει κάποτε.
Ακόμη και πριν από τέσσερα χρόνια, όμως, όταν ο Ολυμπιακός άλλαξε χέρια και πέρασε στον Βαγγέλη Μαρινάκη, ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν και πάλι εκεί, δίπλα στον νέο μεγαλομέτοχο της ομάδας, βοηθώντας τον με την πείρα του. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ως ένδειξη σεβασμού, τον έκανε επίτιμο μέλος στο Δ.Σ. της ΠΑΕ Ολυμπιακός. «Ο Ολυμπιακός ήταν και είναι σε καλά χέρια, θα έρθουν και άλλες επιτυχίες, τον Βαγγέλη τον ξέρω από παιδάκι, απ’ όταν ήμασταν μαζί με τον πατέρα του, Μιλτιάδη, και ξέρω το πάθος του για την ομάδα», έλεγε μόλις άλλαξε σελίδα ο Ολυμπιακός.
Και όταν οι ερυθρόλευκοι έμειναν νωρίς εκτός Ευρώπης, στις αρχές της πρώτης μεταβατικής χρονιάς του Βαγγέλη Μαρινάκη, ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν σίγουρος ότι θα πετύχει: «Θα τα καταφέρει ο Βαγγέλης. Εχει τη φλόγα μέσα του και τη δύναμη για να πετύχει».
Για τον Ολυμπιακό ήταν αδιαπραγμάτευτος και σκληρός. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Τα έβαζε με όλους και με όλα. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό έπειτα από ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό στη Λεωφόρο για το Κύπελλο, στο οποίο οι ερυθρόλευκοι προηγήθηκαν νωρίς με 2-0, ακυρώθηκε γκολ του Μητρόπουλου και τελικά έχασαν από τους πράσινους με τρία πέναλτι. Μετά το τέλος του αγώνα πήγε στον διαιτητή Νίκο Ζλατάνο και του είπε: «Ολοι εσείς είστε νάνοι μπροστά στον Ολυμπιακό και τον κόσμο του».
Ο Μπουμπλής
Η μεγάλη κόντρα του Σταύρου Νταϊφά με τους Βαρδινογιάννηδες, με τους οποίους ήταν πολύ στενός φίλος
Ο Κούδας
Ο Σταύρος Νταϊφάς ήταν τύπος ευθύς και κρατούσε τον λόγο του, κάτι που αποδείχθηκε και στην υπόθεση της μεταγραφής του Γιώργου Κούδα. Ο πατέρας του άσου του ΠΑΟΚ διατηρούσε μαγαζί στον Πειραιά, όπου είχε παντρευτεί και ζούσε η κόρη του και αδελφή του «Μεγαλέξανδρου» του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο Γιώργος Κούδας, αφού συμπλήρωσε 12ετία με τον ΠΑΟΚ, έμεινε ελεύθερος και συμφώνησε με τον Σταύρο Νταϊφά. Στην αρχή ο πρόεδρος του Ολυμπιακού δεν ήταν ζεστός στο να αποκτήσει τον διεθνή άσο, ο οποίος ζητούσε 5,5 εκατ. δραχμές. Τελικά, όμως, πείστηκε από τους φίλους του, τη λεγόμενη «παρέα του Πασαλιμανιού», τον Πέτρο Βασάλο, γνωστό ως «Μιλάνο» γιατί είχε μαγαζί στο κέντρο της πόλης και πουλούσε παπούτσια από το Μιλάνο, τον Ανδρέα Στρουμπούλη, τον Νίκο Μπουντούρη, πατέρα του Ολυμπιονίκη Τάσου Μπουντούρη και τον Σούλη Αλεξανδράτο, που ήταν φυσικοθεραπευτής.
Ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ Γιώργος Παντελάκης ενημερώθηκε και πήρε τηλέφωνο
Ο Γαλάκος
Το 1981 είχε συμπληρώσει 8ετία στο Λιμάνι ο Μάικ Γαλάκος. Εκείνος δεν είχε άμεση επαφή με τον πρόεδρο, τον οποίο κάποιοι έπεισαν ότι δεν χρειαζόταν να κρατήσει τον παίκτη στην ομάδα. Ο «Γερμανός», που ήταν ίνδαλμα για τους ερυθρόλευκους φιλάθλους, πικράθηκε. Ο αδελφός της μητέρας του, ονόματι Βουγιουκλάκης, ήταν τότε στον ΠΑΟ και τον πήγε στους Βαρδινογιάννηδες, με τους οποίους υπέγραψε. Στον Πειραιά έγινε χαμός. Οι φίλοι του προέδρου από την παρέα του Πασαλιμανιού κίνησαν ένα βράδυ στις 2 τα ξημερώματα για την Εκάλη. Ξύπνησαν τον Νταϊφά και έπειτα από συζήτηση που κράτησε μέχρι το ξημέρωμα τον έπεισαν να δώσει τα χρήματα που χρειάζονταν για να μείνει ο παίκτης στον Ολυμπιακό. Ο αστικός μύθος θέλει τον Μάικ Γαλάκο να επιστρέφει την επιταγή στον Παναθηναϊκό και να ζητάει το δελτίο του. Ο «Καπετάνιος», όμως, του είπε: «Οποιος μπαίνει στην οικογένεια δεν φεύγει». Ο Σταύρος Νταϊφάς αμέσως μετά έκανε ρελάνς και αγόρασε από τον Εθνικό του Δημήτρη Καρέλλα τον Τάσο Μητρόπουλο αντί 25 εκατ. δραχμών.
Η τραγωδία της Θύρας 7
Η χειρότερη στιγμή για τον Σταύρο Νταϊφά ήταν η τραγωδία της Θύρας 7, τον Φεβρουάριο του 1981, στον δεύτερο χρόνο της προεδρίας του στον Ολυμπιακό, όταν ποδοπατήθηκαν 21 φίλαθλοι βγαίνοντας από το γήπεδο για να πανηγυρίσουν το 6-0 επί της ΑΕΚ. Με δάκρυα στα μάτια είχε τότε αγκαλιάσει τον Σταύρο Παπαδόπουλο και του είχε πει: «Πάει, αυτό ήταν, τα χάσαμε τα παιδιά μας, αρχηγέ». Οταν χρειάστηκε, πάντως, στάθηκε δίπλα στις οικογένειες των θυμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου