Γράφει ο Κωσταντίνος Τόλιας (στρατιωτικός συντάκτης- δημοσιογράφος)
Με τις κινήσεις αυτές η Τουρκία αποκτά πλέον μόνιμη αεροπορική και ναυτική παρουσία σε περιοχές φαινομενικά αδιάφορες για αυτήν γεγονός που πρέπει να προβληματίσει τους Έλληνες ιθύνοντες. Και αυτό γιατί είναι ευνόητο πως η ύπαρξη στρατιωτικών δυνάμεων στα νώτα της ελληνικής αμυντικής διάταξης θέτει σημαντική πρόκληση για τον ελληνικό αμυντικό σχεδιασμό που πρέπει να προσαρμοστεί ανάλογα για λόγους που θα εξηγήσουμε παρακάτω. Κινήσεις σαν και αυτές εντάσσονται στα πλαίσια μιας στρατηγικής περικύλωσης της χώρας και απαιτούν τη λήψη αντιμέτρων.
Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι θα ξεκινήσουμε από μια διαπίστωση: το ελληνικό αμυντικό σύστημα από το 1974 και εντεύθεν έχει κτισθεί κατά τέτοιο τρόπο που να “κοιτά” προς τα ανατολικά .Όλη η δομή και η διάταξη των Ε.Ε.Δ, ειδικά από τη δεκαετία του ’90 και μετά, είναι προσανατολισμένη στην αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής που μέχρι τώρα είχε συγκεκριμένη γεωγραφική κατεύθυνση. Με τις πρόσφατες τουρκικές κινήσεις στην Αλβανία και την Λιβυή αυτό φαίνεται πως αλλάζει σε κάποιο βαθμό και η απειλή αποκτά μια νέα, αν και προφανώς δευτερεύουσα, γεωγραφική υπόσταση.
Μια απλή ματιά στον χάρτη αρκεί να καταδείξει τις προκλήσεις που θέτει η ανάγκη εξασφαλίσεως από την νέα κατεύθυνσης απειλή, τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν σε υλικοτεχνικό επίπεδο και τις αλλαγές που πρέπει να επισυμβούν σε επίπεδο διάταξης δυνάμεων και οροφών στρατεύματος γεγονός που αποδεικνύει το εύστοχο της τουρκικής ενέργειας που φαίνεται να διαθέτει πολύπλευρη μορφή και στόχευση που ξεπερνά τα στενά επιχειρησιακά όρια. Πιο συγκεκριμένα η παρουσία δυνάμεων του κυριότερου δυνητικού αντιπάλου στα βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά επιτρέπει τόσο την εξαπόλυση επίθεσης από πολλαπλούς άξονες εναντίον εγκαταστάσεων ήδη ενταγμένων στο σχέδιο επίθεσης του αντιπάλου, όσο και την στοχοποίηση και προσβολή στόχων καίριας στρατηγικής σημασίας που βρίσκοταν μέχρι σήμερα σε καθεστώς σχετική ασφάλειας τουλάχιστον από παρόμοιας μορφής απειλή.
Μια επίθεση π.χ στο ενεργειακό πεδίο της Πτολεμαΐδας από τουρκικά αεροσκάφη ορμούμενα από αλβανικές αεροπορικές βάσεις είναι ικανή να βυθίσει τη χώρα στο σκοτάδι, ενώ η παρουσία δύναμης του τουρκικού πολεμικού ναυτικού σε Ιόνιο-Αδριατική απειλεί με διακοπή της μοναδικής ασφαλούς γραμμής επικοινωνιών και ανεφοδιασμού της Ελλάδας σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου. Το ίδιο αποτέλεσμα προκύπτει και από τη πιθανή δράση τουρκικών αεροναυτικών δυνάμεων από την πλευρά της Λιβυής. Αυτομάτως στρατηγικοί στόχοι όπως οι αεροπορικές βάσεις της Ανδραβίδας και του Άραξου, το φράγμα του Αωού και η γέφυρα Ρίου-Αντιρίου παύουν να βρίσκονται στο απυρόβλητο ενώ ενισχύεται και το σενάριο αποκλεισμού της Ελλάδας από τις γραμμές επικοινωνιών στο Ιόνιο και στο Κρητικό πέλαγος.
Το ελάχιστο που επιτυγχάνεται από τουρκικής πλευράς είναι η διασπορά των ελληνικών δυνάμεων καθώς και μόνο ο φόβος για εκδήλωση επίθεσης από αυτήν την κατεύθυνση ωθεί την ελληνική πλευρά να προβεί στη δέσμευση υπολογίσιμων και πάντως υπερπολύτιμων στρατιωτικών, ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων που προφανώς θα λείψουν από το κύριο πεδίο μάχης στο απευκταίο ούτως ή άλλως αλλά ειδικά με τους όρους που διαμορφώνεται ενδεχόμενο ελληνοτουρκικής σύρραξης. Αν δε η τουρκική στρατιωτική παρουσία σε αλβανικό έδαφος ενισχυθεί περαιτέρω στη μορφή αποστολής χερσαίων στρατιωτικών δυνάμεων, τόσο συμβατικών όσο και διεξαγωγής ανορθοδόξου πολέμου σε συνδυασμό με την υπαρκτή απειλή διεξαγωγής αναρτοπολέμου από παραστρατιωτικές οργανώσεις στην ευαίσθητη περιοχή της Ηπείρου, η απειλή λαμβάνει νέα διάσταση και απαιτεί την συνολική αναθεώρηση του αμυντικού δόγματος της χώρας.
Κάτι που πρέπει να προβληματίσει τους Έλληνες στρατιωτικούς ιθύνοντες είναι η πιθανότητα προσβολής της ελληνικής αμυντικής διατάξης από μια τουρκική αεροναυτική δύναμη ορμούμενη από την Λιβυή. Η πρόσφατη απόφαση για την κατασκευή ενός τουρκικού ελικοπτεροφόρου, πέραν της πολιτικής και επιχειρησιακής σημασίας και που έχει αναλυθεί σε άλλο άρθρο του παρόντος ιστολογίου, πρέπει να συνδυαστεί και με την πληροφορία περί δημιουργίας τουρκικής αεροναυτικής βάσης στην Λιβυή.
Πιο συγκεκριμένα παρέχεται η δυνατότητα εκτέλεσης μικρής έως μέσης κλίμακας αμφίβιας επιχείρησης σε σημεία του ελλαδικού χώρου απογυμνωμένα από στρατιωτική παρουσία, τουλάχιστον ισχυρή. Χωρίς να αποκαλύπτουμε κάποιο στρατιωτικό μυστικό είναι γνωστό πως η Κρήτη λόγου χάρη δεν διαθέτει την στρατιωτική παρουσία που διέθετε μέχρι το πρόσφατο παρελθόν. Το νησί έχει κυριολεκτικά απογυμνωθεί από στρατιωτικές δυνάμεις, τόσο στα πλαίσια ενίσχυσης άλλων πιο ευαίσθητων περιοχών, όσο και στα πλαίσια των γνωστών περικοπών σε οροφές.
Μια αμφίβια επιχείρηση για παράδειγμα στην Γαύδο από μια δύναμη ορμούμενη από το τουρκικό LHD δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εύκολα ενώ δεν αποκλείεται μια επίθεση και στην ίδια την Κρήτη! Βέβαια η ελληνική πλευρά δεν πρέπει να παρασυρθεί στη λογική της υπερεξασφάλισης, της ταυτόχρονης δηλαδή παρουσίας σε κάθε πιθανό και απίθανο σημείο όπου μπορεί να αναμένεται εχθρική ενέργεια αλλά σαφώς κάποια σχετική πρόνοια πρέπει να υπάρχει. Η επιτυχή αντιμετώπιση της απειλής, για να περιοριστούμε στο στρατιωτικό σκέλος, προϋποθέτει την εγκατάλειψη των φληναφημάτων για “μικρότερους στρατούς”, ”έξυπνη άμυνα” και “πολέμου περιορισμένης έκτασης και διάρκειας” και επαναπροσανατολισμό του αμυντικού δόγματος στην κατεύθυνση της δυνατότητας αντιμετώπισης απειλών υψηλής έντασης και πυκνότητας από πολλαπλές κατευθύνσεις.
Γενικά η ελληνική πλευρά θα πρέπει να πάψει να θεωρεί απίθανο το ενδεχόμενο ενός πλήρους κλίμακας πολέμου (υπερ)υψηλής έντασης μεγάλης διάρκειας και να προσαρμόσει τις αμυντικές δυνατότητες της χώρας στην αντιμετώπιση μεγάλου εύρους ενδεχομένων και απειλών πολλές εκ των οποίων συνδυαστικών. Αν μη τι άλλο οι κινήσεις των γειτόνων μας προς αυτήν την κατεύθυνση συνηγορούν…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου