Μια μέρα ο Γιαννάκης είδε τη μητέρα του με τα βυζιά έξω και...
- Μαμά, μαμά, τι είναι αυτά; ρώτησε.
_ Αυτά, γιόκα μου, είναι σωσίβια. Όταν πεθαίνεις, φουσκώνουν και σε
ανεβάζουν στον παράδεισο.
Όσο απίθανο κι αν φαίνεται, ο μικρός Γιαννάκης την πίστεψε (κατά μάνα,
κατά κύρη, δε λέμε;) Σε κάνα-δυο μέρες όμως τρέχει στη μάνα του και
φωνάζει:
- Μαμά, μαμά, έλα γρήγορα. Πεθαίνει η θεία Λίζα
- Τι έκανε, λέει; βάζει τις φωνές και η μαμά.
- Είναι στο υπόστεγο του κήπου, ξαπλωμένη κάτω, και τα δυο της
μπαλόνια είναι έξω, ο μπαμπάς τα φουσκώνει και η θεία φωνάζει: «ω θεέ
μου, ω θεέ μου, τελειώνω, σβήνω!»